Η δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967 έδωσε το φιλί της ζωής στην αριστερά της χώρας μας. Μετά την κατάρρευση της δικτατορίας η αριστερά εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο την κακιά «δεξία» δικτατορία. Αρχής γενομένης από την διανόηση και όλες τις εκφάνσεις των πολιτιστικών δραστηριοτήτων όπου η αυτάρεσκη κυριαρχία της αριστεράς ήταν αναμφισβήτητη μέχρι, αν και σε πολύ μικρότερο βαθμό, στην επιρροή της πολιτικής ζωής όπου ό,τι δεν ήταν αριστερό ταυτιζόταν με την χούντα.
Η Ν.Δ. θεώρησε ότι για να αποφύγει το πολιτικό κόστος της προπαγάνδας που την ταύτιζε με την χούντα έπρεπε να μη προβάλλη τις αρχές και την ιδεολογία της. Έτσι ενώ δεν είχε καμία σχέση με την χούντα αυτοπεριχαρακώθηκε με μια συνεχή αμυντική τακτική και δεν κατόρθωσε να προωθήσει στην συνείδηση των πολιτών την υπεροχή της τόσο στον χώρο της ιδεολογίας όσο και στις πολιτικές της επιλογές.
Αποτέλεσμα αυτού του πολιτικού κλίματος ήταν να επικρατήση το ΠΑΣΟΚ που ο Κ. Καραμανλής προσφυέστατα το είχε χαρακτηρίσει ως η αριστερά της αριστεράς μιας αριστεράς αφ’ ενός εξαγνισμένης με τις ευλογίες των συνταγματαρχών της 21/4/1967 όσο και διεκδικητικής με λαϊκιστικά – δημαγωγικά συνθήματα. Ο κάθε οπαδός της αριστεράς αποδεχόταν και υποστήριζε τα συνθήματα αλλά δεν είχε συνειδητοποιήσει τι εσήμαιναν «αλλαγή» ή «έξω από την Ε.Ο.Κ.» ή «στις 18 σοσιαλισμό».
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η ηγεσία της και ο Ανδρέας και ο Τσίπρας εγνώριζαν ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων σε περιόδους μάλιστα ουσιαστικού εφησυχασμού ακολουθεί αυτόν που προβάλλει άρνηση.
Το «όχι στο κατεστημένο» συναρπάζει ακόμα και αυτούς που ανήκουν στο κατά την εκτίμησή τους «κατεστημένο» (όπως π.χ. ευκατάστατοι ή συνδικαλιστικό κατεστημένο). Το «όχι στην Ε.Ο.Κ.» συνήρπαζε πολλούς χωρίς να το αναλογίζονται τι επακόλουθα θα είχε η πολιτική αυτή. το «όχι στα μνημόνια» που ωφέλησε μόνο όσους έχουν χρηματιστηριακές συναλλαγές στο εξωτερικό δημιούργησε τέτοιες ψευδαισθήσεις ώστε να έχει εκείνη η Ελλάδα τη δεύτερη κατά κάποιο τρόπο, αριστερά κυβέρνηση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου όχι μόνο δεν εφάρμοσε τον σοσιαλισμό και δεν έρυγε από την ΕΟΚ αλλά άφησε ένα ΠΑΣΟΚ που θέλει να αποκαλείται σοσιαλδημοκρατία, αλλά στην ουσία ακολούθησε τους νόμους της αγοράς κατά τον χειρότερο τρόπο και από την πρώτη περίοδο ακολούθησε φιλευρωπαιϊκή πολιτική. Ο Τσίπρας πάλι ηγέτης πλέον μερικών αριστερών συνιστωσών που στο παρελθόν εβροντοφώναζαν το «όχι στην ΕΟΚ» και στις ημέρες μας «ΟΧΙ στα μνημόνια» «ΝΑΙ στον άλλο δρόμο» της ευρωπαιϊκής αριστεράς (άραγε υπάρχει τέτοιος δρόμος;) φού προσπάθησε να μαθητεύσει επί ένα εξάμηνο ως πρωθυπουργός κατέληξε στην αγκαλιά του 3ου και επαχθέστερου μνημονίου.
Γιατί άραγε δύο δημοφιλείς πολιτικοί ηγέτες διεκδικούντες περγαμηνές αριστεράς πολιτικής δεν ήταν συνεπείς στις επαγγελίες τους; Πως ένας οικονομολόγοπς καθηγητής σοσιαλιστής δεν προχώρησε στην εφαρμογή του σοσιαλισμού και πως ένας «διεκδικητικός» Αλέξης Τσίπρας αναδιπλώθηκαν όταν ανέλαβαν ευθύνες; Και για τον μεν Τσίπρα μπορεί να προβληθεί η δικαιολογία ότι γνώριζει από καταλήψεις και πορείες αλλά ανγοεί πολλές από τις λειτουργίες της κοινωνίας όμως για τον ιδιοφυή καθηγητή Ανδρέα Παπανδρέου, ποια δικαιολογία υπάρχει για το ότι απομακρύνθηκε από τον σοσιαλισμό; Εχει ήδη απαντηθεί τι συμβάινει με τους αριστερούς όταν ανέρχονται στην εξουσία. Τα συνθήματα της αριστεράς μπορεί να μαγεύσουν τα αυτιά των πολιτών αλλά καταρρέουν, εξαερίζονται όταν έλθει η στιγμή να εφαρμοστούν.
Μετά λοιπόν τις εκλογές την 25/1/2015 αποκαλύφθηκε η δυνατότητα της αριστερά να κυβερνήσει. Κανείς δεν μπορεί να προβάλει το γεγονός της δήθεν διαπραγματευτικής περιόδου διότι και εκεί απέτυχε να εφαρμόσει την πολιτική που υποσχέθηκε («κατάργηση μνημονίου με ένα νομοσχέδιο», «θα χορεύουν στον ρθυμό του δικού μου ζουρνά»).
Έδειξε δείγματα γραφής στην μη επίλυση των προβλημάτων της καθημερινότητας.
Σε τελευταία ανάλυση και η προηγούμενη κυβέρνηση είχε το πρόβλημα του ελέγχου της ΤΡΟΪΚΑ αλλά η οξεία κριτική ασκείτο από πολιτικούς δημοσιογράφους και το λαό για τα άλυτα προβλήματα της καθημερινότητας.
Απογυμνώθηκε από όλα τα επιχειρήματά της. Όπως π.χ. το ότι οι προηγούμενοι ήταν υπάκοοι στις εντολές της Μέρκελ και των «κακών» πιστωτών. Σήμερα ισχυρίζονται και δεν έχουν άλλη λύση αλλά είναι υποχρεωμένοι με βαρειά καρδιά να υπακούσουν. Κρατούν όμως τις έδρες και τα υπουργικά χαρτοφυλάκια.
Αν θεωρούν ότι είναι ήσυχοι με την συνείδησή τους και είναι καλοί προς τον λαό τότε γιατί οι προηγούμενοι να θεωρούνται κακοί; Ούτε υπάρχει η δικαιολογία του ότι είναι καθαροί γιατί δεν έχουν ξανακυβερνήσει. Αυτό βέβαια δεν ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα όχι μόνο γιατί πολλοί είχαν υπογράψει το μνημόνιο και είχαν υποστηρίξει «μνημονιακές» κυβερνήσεις αλλά κυρίως γιατί το κύριο σώμα του ΣΥΡΙΖΑ αποτελείται από συνδικαλιστές τόσο, της λεγομένης ευρύτερης αριστεράς αλλά και του ΠΑΣΟΚ. Αυτοί κυρίως είναι υπεύθυνοι για πολλές διεργασίες που έγιναν όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης που υπονόμευσαν της οικονομίας κυρίως σε περιόδους που δεν κυβερνούσαν προσκείμενες κυβερνήσεις. Να θυμηθούμε ότι σε κυβέρνηση Μητσοτάκη η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ απεργούσε επί 45 ημέρες ενώ επί Καραμανλή 35, ή τις απεργίες στην ΛΑΡΚΟ, στον ΟΛΠ, την ΙΖΟΛΑ, PIRELLI, στις κρατικές υπηρεσίες. Τέτοιες «δυναμικές» απεργίες δεν καταγράφονται σε περιόδους κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ γιατί φαίνεται ότι τα προβλήματα είχαν λυθεί ως δια μαγείας. Ο στόχος των απεργών δεν ήταν η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων αλλά η οικονομική υπονόμευση. Πολλές βιομηχανίες μικρές και μεγάλες αναγκάστην να κλείσουν όταν οι συνδικαλιστές υπερέβαιναν τα όρια με αποτέλεσμα και η οικονομία να χάσει την δυναμική της αλλά και χιλιάδες εργάτες να καταλήξουν στην ανεργία. Υπονόμευση όμως υπήρχε και στον τομέα της φοροδιαφυγής στον οποίο οι προηγούμενες κυβερνήσεις κατηγορήθηκαν και από την ΤΡΟΪΚΑ αλλά και από τους δημοσιογράφους. Ο ισχυρισμός μονότονος «οι πολιτικές» παρεμβάσεις εξέθρευψαν την φοροδιαφυγή για την οποία κυρίως υπεύθυνοι είναι οι επιχειρηματίες και οι ευκατάστατοι πολίτες». Ποτέ δεν αναφέρθηκε ότι ο μηχανισμός των δημοσίων εσόδων που υπηρετείται από τους εφοριακούς υπαλλήλους είναι ο κύριος πυλώνας των εσόδων άρα και της φοροδιαφυγής και ευτυχώς η τοποθέτηση του κ. Αλεξιάδη ως υπουργού υπεύθυνου για τα έσοδα μας προσγείωσε στην πραγματικότητα διότι έσπευσαν πολλοί να πλέξουν το εγκώμιο των ικανοτήτων και των γνώσεων του κ. Αλεξιάδη και μάλιστα να τον επαινούν γιατί φαίνεται να εφαρμόζονται αι αυστηρότεροι οι έλεγχοι.
Ο κ. Αλεξιάδης ήταν συνδικαλιστής και πρόεδρος των εφοριακών όλης της Ελλάδος οι οποίοι στην συντριπιτική τους πλειοψηφία βλέπουν προς την αριστερά όπως άλλωστε και η πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων. Επομένως και αυτός και οι υπόλοιποι είναι συνυπεύθυνοι για την τεράστια φοροδιαφυγή που σημειώθηκε και σημειώνεται στην χώρα μας και υπονόμευαν επί σειρά ετών την πρόοδο της χώρας. Δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για τον δήθεν έντιμο πρότερο βίο της αριστεράς. Το ίδιο ισχύει και στον τομέα της εκπαίδευσης όπου και εκεί κυριάρχησαν αριστερές επιλογές κυρίως μετά πό πίεση των συνδυκαλιστών.
Η τακτική της αριστεράς προπαγάνδας στηρίζεται κυρίως στο συναίσθημα. Ακούμε λοιπόν τον κ. Τσίπρα να δικαιολογείται ότι υπέγραψε το 3ο μνημόνιο και θα αναγκαστεί – ο άτυχος, ο κακόμοιρος – να εφαρμόσει πολιτικές που δεν πιστεύει και λοιπόν με ποια προεκλογικά συνθήματα θα διεκδικήσει την ψήφο των Ελλήνων; Πως θα τον πιστέψουν άλλη μία φορά οι εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες του ιδιωτικού τομέα που η μόνη επλπίδα τους να ξαναβρούν εργασία είναι η προσέλκυσις ξένω επενδυτών; Πως όμως θα προσελκυθούν οι ξένοι επενδυτές όταν ο Τσίπρας, αν ξαναγίνει πρωθυπουργός δεν θα ξέρει τι πρέπει να αποφασίσει γιατί θα διστάζει μεταξύ επιθυμίας και πρακτέου;
Η Αριστερά έστω και το μικρό διάστημα που διακυβέρνησε εσφράγισε το τέλος της.
Το πιο ανησυχητικό δείγμα νοοτροπίας της εξουσίας όταν κυβερνά η αριστερά καταγράφηκε και οι πολίτες πρέπει να αντιληφθούν ότι κανείς δεν επιτρέπται να χαριεντίζεται ή να υπονομεύει το μέλλον της Δημοκρατίας και κυρίως την πεποίθηση που έχει εδραιωθή ότι οι πολίτες είναι ελεύθεροι να εκφράζονται – και δεν ενοώ μόνο τις αστείες εμφανίσεις του Βαρουφάκη ή του Τσακαλώτου ή της Ζωής. Έχομε ήδη καταγράψει αντιδημοκρατική σκοταδιστική νοοτροπία τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά στον «παντογνώστη» Παππά στον «ασυγχρόνιστο» Σκουρλέτη στον «βαρύγδουπο» Φίλη και βέβαια στην Κωνσταντοπούλου. Είναι γνωστές ακόμα και προεκλογικά οι απορρίψεις ερωτήσεων που τους άρεσαν. Το είχαν ήδη εφαρμόσει και προεκλογικά αλλά η δημοσιογράφοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται τι τους περιμένει μόνο όταν η Ζωή υπερέβη τα όρια. Τους άλλους δεν τους πρόσεξαν. Όπως δεν είχαν προσέξει τις μαζικές αναρτήσεις με ύβρεις στο διαδίκτυο σε όποιον τολμούσε να ασκήσει κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον από το 2012.
Όταν όμως ανέλαβαν την εξουσία απεκαλύφθησε ο βαθύτατος σεβασμός στην δημοκρατία και την ελεύθερη έκφραση. Αλησμόνητερς είναι οι περιπτώσεις της κ. Ζωής (πρόεδρου της Βουλής των Ελλήνων) του Φίλη αλλά και του ήπιου Νίκου Βούτση. Όπως δεν θα διαφύγει από τους ιστορικούς, οι έστω και λίγες «αυθόρμητες» συγκεντρώσεις νεαρών ΣΥΡΙΖΑΙΩΝ που απεδοκίμαζαν όπιους περίμεναν την σειρά τους αξώ από τις Α.Τ.Μ. (αυτόματες ταμειακές μηχανές) την Παρασκευή και το Σαββατοκύριακο πριν την εφαρμογή των ελέγχων στις Τράπεζες. Το αποκορύφωμα βέβαια των προθέσεων του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο είναι προειδοποιητικό για τις τυχόν επιπτώσεις στο δημοκρατικό πολίτευμα εάν επικρατήσει στις εκλογές είχαν και η παρέμβαση του «μέντορα»του Αλέξη και Υπουργού Επικρατείας του Αλ. Φλαμπουράρη, ο οποίος με αήθη προσβλητικό και προκλητικό τρόπο έστειλε επιστολή στον διευθντή της «Καθημερινής» (24/6/2015) προτρέποντας τον κ. Παπαχελά να λάβει μέτρα κατά ενοχλητικού δημοσιογράφου. Και τι πιστεύει ο φωτισμένος αυτός διανοούμενος της αριστεράς; Γράφει «Αν ζούσε η κ. Βλάχου, τέτοια ληβελλογραφήματα του «αρθρογράφου» της δευτέρας σελίδας…… όχι μόνο αλλά και οι φορείς της (δημοσιογράφοι;) δεν θα περνούσαν ούτε έξω απο την πόρτα της εφημερίδας…». Ναί, αλλά ο κ. Φλαμπουράρης πριν λίγα χρόνια όταν υπήρχε η κα Βλάχου στα νιάτα του την αποκαλούσε κατεστημένο, φασίστρια, συνεργάτη του Παλατιού κ.α.
Εφόσον καλείται λοιπόν κάποιος να μιμηθή (που δεν είχε τέτοια νοοτροπία η Βλάχου) μήπως πιστεύω αποκαλύπτεται και το πραγματικό ποιόν όλων αυτών των «προοδευτικών» δημοκρατικών ατόμων που ταλαιπωρούν τόσα χρόνια την χώρα με μια άνευ προηγουμένου έπαρση.
Η κατάληξη είναι ότι εκτός της αδυναμίας να κυβερνήσουν γιατί τίποτα δεν έχουν καθαρό στο μυαλό τους είναι και επικίνδυνοι για το δημοκρατικό πολίτευμα. Επί παραδείγματι στην κρίσιμη περίοδο των δήθεν διαπραγματεύσεων (ο Τσίπρας είπε ότι Βαρουφάκης δεν διαπραγματευόταν)δεν είχαν καταλήξει στο αν (κατά τον Λένιν) οι δανειστές θα υποχωρούσαν ή στο αν θα μας έδιωχναν από την Ευρώπη. Τώρα δεν γνωρίζουν να θα εφαρμόσουν το μνημόνιο τους ή κάποιο «παράλληλο» πρόγραμμα. Ενώ καταγγέλλουν την Ευρώπη που τους «υποχρέωσε» να υποχωρήσουν στις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες προτάσεις αυτοί επιμένουν ότι θα ακολουθούν αριστερές λύσεις. Ζητούν πίστωση χρόνου για να εφαρμόσουν το «αριστερό» πρόγραμμα τους. Θέλουν να επαναλαμβάνουν ότι είναι ανέγγιχτοι από την διαπλοκή της εξουσίας τους διαψεύδουν όμως όχι μόνο οι επώνυμοι πολιτικοί του παρελθόντος που τους στηρίζουν αλλά και οι επώνυμοι κρατικοδίαιτοι παράγοντες του παρελθόντος και η συντρηπτική πλειοψηφία των «πάναγνων» συνδικαλιστών και παραγόντων του βαθέως ΠΑΣΟΚ.
Εκεί όμως που δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο ανοχής είναι ο ισχυρισμός τους ότι εκπροσωπούν το νέο προοδευτικό δημοκρατικό κόσμο. Αποδείχθηκε περίτρανα ότι κάθε ικμάδα της νοοτροπίας τους πηγάζει από τις παλαιότερες ιδιοληψίες του μονοκομματικού κράτους. Στο άμεσο μέλλον δεν διανοείται να νέμονται οι αριστεροί το αποκλειστικό προνόμιο ότι εκπροσωπούν τον προοδευτικό δημοκρατικό κόσμο. Και δεν χρειάζεται να τους δοκιμάσουμε πάλι πως λειτουργούν όταν είναι στην εξουσία. τους είδαμε και δε χρειαζόμαστε περισσότερο.
Είναι τώρα το τέλος της αυταπάτης των ιδεοληψιών της αριστεράς.
Δ. Α. ΤΣΙΓΚΟΥΝΗΣ