Το πραγματικό ζητούμενο
Εχουν περάσει ήδη έξι χρόνια διαπιστωμένης κρίσης. Λέμε διαπιστωμένης κρίσης, γιατί η κρίση δεν είναι κάτι που συμβαίνει ακαριαία και αναπάντεχα αλλά κάτι που κτίζεται σιγά σιγά, στην αρχή δεν είναι κάν ορατό, μετά γίνεται ορατό, αλλά η αντιμετώπιση του δεν βολεύει, ώσπου κάποια στιγμή υπερβαίνει τα όρια ανοχής του συστήματος και εκρήγνυται. Σε όλο αυτό το χρονικό διαστημα αυτό το οποίο επικράτησε είναι μια τεράστια σύγχυση. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν γρήγορα και οι εναλλαγές θέσεων, απόψεων και πράξεων ταχύτατη. Το βέβαιο είναι οτι αλλεπάλληλες πολιτικές ηγεσίες απέτυχαν παταγωδώς να βρούν μια πραγματική λύση να απομακρύνουν ουσιαστικά την κρίση και τους κινδύνους της. Περάσαμε από διαφορετικά επίπεδα επικινδυνότητας και πολλά σκαμπαναβέσματα με αποκορύφωμα την πολιτική αφέλεια, ιδεοληψία, έλλειψη εμπειρίας και στρατηγικής που απετέλεσαν τις αιτίες του τελευταίου καταστροφικού οκτάμηνου. Ξεκινήσαμε το 2009 από ένα πολύ κακό και δύσκολο σημείο και έχουμε καταφέρει έξι χρόνια μετά να είμαστε σε χειρότερη κατάσταση, με εξαντλημένες τις αντοχές και τις ανοχές και με πρόσθετα προβλήματα να συγκεντρώνονται στον ορίζοντα. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς οτι ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης ήταν απόλυτα συνυφασμένος και προϊόν των προβλημάτων που οδηγησαν στην κρίση. Είναι τόση η δυναμική αυτών των αιτίων που ακόμα και σήμερα φοβόμαστε να τα ψιλαφήσουμε γιατί μετά θα είναι αδύνατον να κοροϊδέψουμε τον εαυτό μας για την πραγματική τους ταυτότητα και πολύ περισσότερο εξαιρετικά δύσκολο να υποβάλλουμε τυς εαυτούς μας στην αναγκαία θεραπεία. Αυτό που ίσως δεν αντιλαμβανόμασθε είναι ότι στο σημείο που είμαστε, η ανάγκη να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα ριζικά είναι η ίδια με την ανάγκη να αντιμετωπίζεται ριζικά μια ασθένεια, ως μοναδική μέθοδος για να αποφευχθεί το μοιραίο. Δεν φαίνεται να αντιλαμβανόμασθε πόσο αναγκαίο είναι να αναστραφεί η πορεία συντριβής του νεώτερου ελληνικού κράτους παρα το γεγονός οτι πολύ συχνά μέσα σε αυτή την εξαετία πλησιάσαμε εκατοστά από το σημείο ανάφλεξης. Παρα ταύτα: ακόμα και σήμερα υπαρχει τεράστια δυσκολία να εκστομίσουμε απλές απόψεις και να τις υπερασπιστούμε. Αντί να υποστηρίξουμε ενεργητικά και θετικά δυσάρεστες απόψεις, εξαντλούμαστε σε παιχνίδια γύρω από την ουσία, επιχειρώντας να ξεγελάσουμε και φοβούμενοι να αμφισβητήσουμε ευθέως τις αιτίες του προβλήματος. Με τον τρόπο αυτό συμβάλλουμε στην εδραίωση της πεποίθησης οτι τα λάθη είναι απολύτως σωστά, ότι αν γίνει κάποια αλλαγή αυτό είναι επειδή δεν μπορούμε να το αποφύγουμε και μας επιβάλλεται και κατα συνέπεια δεν είναι πράγματι επιθυμητή, ότι ο κόσμος που κρύβεται εκεί εξώ, στην πραγματικότητα μας επιβουλεύεται και οτι οι αρχές και οι απόψεις στις οποίες η αλλαγή στηρίζεται, στην πραγματικότητα είναι λάθος.
Είμαστε βέβαιοι ότι ο μόνος λόγος που αξίζει να μείνουμε στην Ευρώπη είναι επειδή δεν μπορούμε να φύγουμε. Δύσκολα ακουγεται η φωνή οτι η θέση της Ελλάδας είναι στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης επειδή εκεί θέλουμε να είναι. Γιατί στην Ευρώπη λειτουργεί η δημοκρατία, γιατί με την Ευρώπη έχουμε τις πραγματικές ομοιότητες, γιατί η δομή της κοινωνίας και της οικονομίας της Ευρώπης εκφράζει καλύτερα από οτιδήποτε άλλο το πώς θέλουμε να ζήσουμε. Γιατί η Ευρώπη αποτελεί εξασφαλίζει σταθερότητα εσωτερική και εξωτερική. Δεν είναι παράδεισος αλλά και κανείς δεν ισχυρίζεται οτι είναι παράδεισος. Δεν είναι χωρίς προβλήματα, αλλά και κανείς δεν ισχυρίζεται οτι είναι χωρίς προβλήματα. Οι επίγειοι παράδεισοι εξυπηρετούν τους αφελείς και αυτούς που αποδίδουν τελειότητα σε κάτι εκ του πονηρού, με αποκλειστικό σκοπό να το διαπομπεύσουν επειδή δεν είναι ο Παράδεισος. Αντίθετα, όπως κάθετι που βρίσκεται σε μια σταδιακή και μακρά διαδικασία μορφοποίησης η ΕΕ διέρχεται από διάφορα στάδια και βρίσκεται μπροστά σε πολλά διλήμματα. Εχουμε όμως την πρόθεση και την αποφασιστικοτητα να αποτελέσουμε μέρος της λύσης των προβλημάτων, μέρος της βελτίωσης ενός πειράματος πραγματικά μακρόπνοου και συγκλονιστικού όπου η αντιπαλότητα αιώνων και οι συγκρούσεις και ο πόλεμος έχουν δώσει την θέση τους στην πλήρη αποδοχή της ανάγκης της συμβίωσης και της όσμωσης και του αλληλοσεβασμού. Η ΕΕ αποτελεί το πραγματικό πείραμα πραγματικής ριζικής αλλαγής της ανθρώπινης ιστορίας. Οι ΗΠΑ προέκυψαν εκ των πραγμάτων. Η ΕΕ είναι προϊόν σχεδιασμού ανθρώπινου, παραδοχών, αλλαγών αμοιβαίων συμφερόντων. Η ΕΕ αποτελεί μια συενεχιζόμενη προσπάθεια να αλλάξει η εικόνα της ανθρωπότητας. Στην Ευρώπη είναι η θέση μας.
Ναι πιστεύουμε πολύ στην κληρονομιά μας και όλες εκείνες τις δυνάμεις που μας έφεραν μέχρι εδώ, όχι όμως για να γινόμαστε εσωστρεφείς και όχι για να κρύβουμε πίσω από αυτή την ανυπαρξία σύγχρονης ταυτότητας μας και να αναζητούμε δικαιολογίες για τις αποτυχίες μας. Πιστεύουμε στην εννοια και τις αξίες του ελληνισμού, σε ότι ο ελληνισμός εκφράζει στο πέρασμα των αιώνων. Οχι όμως μόνο σε ότι εδράζεται στα κείμενα φιλοσόφων και επιστημόνων, όχι μόνο σε πράξεις ηρωϊκές, αλλά ως καθημερινότητα, γλώσσα, παρουσία πολιτισμική συνέχεια, το υπόστρωμα εκείνης της πρώτης ύλης που προκάλεσε όλα τα υπόλοιπα. Ο Ελληνισμός δεν είναι μουσειακό είδος, δεν είναι η δύναμη της νοσταλγίας που προστάτευσε την σπίθα οταν πήγε να σβήσει στην ελληνική επανάσταση, δεν είναι ο θρήνος για τις χαμένες πατρίδες ή ο αγώνας για να σταθεί στα πόδια του το νεοελληνικό κράτος. Ο ελληνισμός δεν είναι τα τσολαδάκια και οι παρελάσεις και τα όσα άλλα γραφικά και αρχοντοχωριάτικα εμπνέουν τους Καμένους αυτής της Γής. Δεν είναι βέβαια οι γραφικοί τύποι που αντιμετωπίζουν τον ελληνισμό με την ίδια γραφικότητα και οπαδική νοοτροπία που υποστηρίζουν την ομάδα τους τα Σαββατοκύριακα, που επιχειρούν να ξεπεράσουν την ασημαντότητα τους ή να καλύψουν της εγκληματικότητα τους, σε ομαδοποιήσεις υστερικών και όχλους μανιασμένους που φαντασιώνονται μια κοινωνία πιθήκων και αφοσιώνονται σε αυτό το όνειρο τους και αφαιρούν από τους αγώνες και την ιστορία του ελληνισμού την αιτία τους, την ανθωπιά τους, τα λάθη και τα σωστά. Αυτούς που για τις εσωτερικές τυς ανάγκες μετατρέπουν την Ιστορία σε ένας είδος κινουμένων σχεδίων, όπου πάντα νικάει ο καλός και ο καλός είμαστε εμείς. Αυτά όλα που απειλούν την ταυτότητα μας σήμερα και επιχειρούν να μας κρατήσουν στο παρελθόν, να ανατρέψουν την πορεία μας να μην επιτρέψουν σε κάτι νέο να φυτρώσει από τα μάρμαρα μη αντιλαμβανόμενοι οτι η ομορφιά αυτών των μάρμαρων είναι οτι αναδύουν ζωή και όχι θάνατο, συνέχεια, εξέλιξη, όσμωση με καινούργια πράγματα. Αναζητούμε εδώ και διακόσια χρόνια, την ταυτότητα μας κρυμμένοι πίσω από αγάλματα, σαν ξεπεσμένοι αριστοκράτες, φοβισμένοι και φιλύποπτοι σαν αγράμματοι, αγοαραφοβικοί χωρικοί. Εχουμε ανάγκη να αισθανόμαστε ότι είμαστε κάτι ιδιαίτερο και σημαντικό, ένας υπερούσιος λαός κληρονομικώ δικαίω. Οτι ξεχωρίζουμε και υπερτερούμε. . Στις παραδόσεις που είχε συγκεντρώσει ο Πολίτης οι αρχαίοι ελληνες ήταν παντοδύναμοι γίγαντες. Σε αυτούς τους γίγαντες προστρέχουμε για να κρυφθούμε όποτε η αρχοντοχωριατιά μας συντρίβεται από την πραγματικότητα. Δεν διαθέτουμε την δύναμη που μόνο οσοι διαθέτουν αυτοσεβασμό και δεν κατατρέχονται από ανασφάλεια έχουν, να πορευθούμε με τους άλλους για αυτό που τώρα είμαστε. Να φτιάξουμε νέα πράγματα, τα εργασθούμε για νεες συνθήκες να συμμετέχουμε στα επόμενηα δημιουργικά βήματα μιας ανθρωπότητας που έχει εξελιχθεί και εξελίσσεται συνέχεια από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας αλλά και του Βυζαντίου. Τιμούμε τις ρίζες μας μόνο αν τις διαβάσουμε σωστά, αν κτίσουμε πάνω σε αυτές και όχι αν τις βάλουμε σε προθήκες για να αποσπάσουμε τον οβολό των τουριστών.
Δεν αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη να αποκτήσουμε μικρότερο και πιό αποτελεσματικό δημόσιο. Αρνούμαστε να θίξουμε το τέρας που εχουμε κατασκευάσει γιατί το φοβόμαστε. Τέρας ποσοτικά και ποιότικα. Δεν είναι μόνο ο αριθμός των υπαλλήλων του στενού και ευρύτερου τομέα, είναι ο βαθμός σον οποίο αυτός ο τομέας παρεμβαίνει σε όλο το φάσμα της καθημερινής μας ζωής. Ο τρόπος με τον οποίο δημιουργεί αλλεπάλληλα εμπόδια από τα οποία συντηρείται και τα οποία κάνουν την ζωή όλων μας δύσκολη και διευκολύνουν όσους επιθυμούν να διατηρήσουν χωρίς αμφισβήτηση την νομή των αυθαίρετων προνομίων τους. Το θέμα δεν είναι απλά αριθμητικό είναι πρωτίστως ποιοτικό και δεν είναι απλά αποδοτικής λειτουργίας του δημοσίου, αλλά απελευθέρωσης του δημόσιου τομέα από αυτούς που τον εκμεταλλεύονται και μεταμόρφωση του. Δεν γίνεται αυτό χωρίς συνέπειες, χωρίς αλλαγές, χωρίς ξεβόλεμα, χωρίς σπασιμο στεγανών, χωρίς ανατροπή κεκτημένων.
Θέλουμε να αλλάξει η δομή της οικονομίας. Τα μικροφέουδα που εξασφαλίζουν ψίχουλα σε πολλούς στην πραγματικότητα εμποδίζουν πολύ περισσότερους να δραστηριοποιηθούν και σωρευτικά δημιουργούν συνθήκες που επιτρέπουν ή επιβάλλουν για την συνέχιση τους την εξωθεσμική εξάρτητη και την πατρωνεία. Στην Ελλάδα ο νόμος έχει μετατραπεί σε μέθοδο επιβολής επιμέρους συμφερόντων και ξεπλύματος βρώμικων προθέσεων και επιλογών. Στερείται λογικής συνέχειας και δεν υπακούει σε οποιαδήποτε εσωτερική λογική. Το Σύνταγμα το έχουν μετατρέψει σε νεκρό γράμμα αυτοί που έπρεπε να το προφυλάσσουν. Απλούς, σαφείς, διαφανείς κανόνες με ξεκάθαρους στόχους. Αυτό εχουμε ανάγκη. Θα στερήσει από πολλούς την δυνατότητα τους να είναι χρήσιμοι στους ισχυρούς και να το εξαργυρώνουν. Πρέπει όμως να γίνει. Πως να υπερασπίσουμε την ανοικτή και φιλελεύθερη οικονομία οταν εχει εμπεδωθεί η πεποίθηση οτι σε αυτή οφείλονται όλα τα δεινά που στην πραγματικότητα έχει προκαλέσει ο κρατισμός, ο τεράστιος δημοσιος τομέας, οι γερασμένες και ανεπαρκείς και εξαρθρωμένες δομές ελέγχου και η ηθελημένη ανεπάρκεια αυτών που υποτίθεται οτι έρχονται να υποστηρίξουν νεώτερες ανάγκες; Αυτοί που εχουν μάθει να παριστάνουν τους επιχειρηματίες απομυζώντας το δημόσιο εχουν ανάγκη να διατηρήσουν την παρέμβαση του δημοσίου σε μια επίφαση ιδιωτικού τομέα. Ιδωτικός τομέας για να δικαιολογείται η δική τους εμπλοκή, υπό πλήρη όμως και αδικαιολόγητο έλεγχο από τον δημόσιο τομέα, για να μπορούν να εξασφαλίζουν τις πλεόν συμφέρουσες για αυτούς λύσεις. Φιλελεύθερη οικονομία και ανάπτυξη ανταγωνισμού δεν υπάρχει αν το κράτος δεν περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο, αλλά και δεν υπάρχουν οι συνθηκες αυτές και οι θεσμοί που θα εξασφαλίσουν οτι πράγματι το απολύτως αυτό αναγκαίο θα λειτουργεί. Δεν εχει σχέση η φιλελεύθερη οικονομία με την πατρωνεία και τη δημιουργία στεγανών που εξασφαλίζουν στασιμότητα και εξωθεσμική εξουσία. Η διαφθορά εχει πρωτίστως οικονομικές συνέπειες. Υπάρχει όσο εξαπλώνεται και εξαγοράζει ανοχή. Φιλελεύθερη οικονομία δεν υπάρχει αν το κράτος χαρίζει πόρους στους μέν και εμποδίζει την επένδυση στους δε ή κατευθύνει στην ευκολία μιας οικονομίας υπηρεσιων που αποδυναμώνει απολύτως την βιομηχανία. Φιλελεύθερη οικονομία δεν υπάρχει οταν οι πυλώνες τη φιλελεύθερης οικονομίας, οι τράπεζες, είναι ανεξέλεγτες και ανεπαρκείς. Φιλελεύθερη οικονομία δεν υπάρχει ιδιαίτερα σήμερα όταν δεν υπάρχει έρευνα και τεχνολογία, όχι γιατί δεν υπάρχουν πόροι, αλλά γιατί αυτοί οι πόροι κατευθύνονται επίμονα στο δημόσιο με οποιαδήποτε μορφή καθώς πλέον ούτε βιομηχανία για να αναπτύξει τεχνολογία ή να απορροφήσει τεχνολογία υπάρχει.
Δεν θελουμε το σημείο αναφοράς των εργασιακών σχέσεων να είναι ο ελάχιστος μισθός. Το ζήτημα σε μια ζωντανή κοινωνία δεν είναι πώς θα εξασφαλίσω λιγότερο κακούς μισθούς για τους πολλούς και πλούτο για τους λίγους. Το ζήτημα είναι πώς θα εξασφαλίσω δομές που θα επιτρέπουν την κοινωνική κινητικότητα, στην αξιολόγηση και την εξέλιξη, την συμμετοχή περισσότερων στον πλούτο και την καλύτερη κατανομή του. Συνεπώς το θέμα δεν είναι μόνο να δημιουργούνται δουλειές για να απασχολούνται όλοι σε διάφορες γραμμές παραγωγής, αλλά να δημιουργείται η δυνατότητα σε όσους το δυνατόν περισσότερους να επιδιώκουν καλύτερες συνθήκες ζωής. Υπάρχουν δύο άκρα που προτιμούν κάτι διαφορετικό: η ισοπεδωτική αριστερά που είναι προσκολλημένη στην έννοια του προλεταριάτου και η λύση που προτείνει βασίζεται σε μηχανισμούς που στήνονται με την παραδοχή της αναμφισβήτης ορθότητας τους για να καταλείξουν στην κατάχρηση και η άλλη άκρη του φάσματος σε οικονομικούς όρους που αποδέχεται κατ’αποτέλεσμα, το ίδιο νομοτελειακά, την υπερσυγκέντρωση πλούτου που είναι άμεσο αποτέλεσμα της ανυπαρξίας ρυθμισης. Ο ελάχιστος μισθός και η υποτιθέμενη φιλεργατική νομοθεσία είναι το καρότο που επιτρέπει το μαστίγωμα. Το τυράκι στην φάκα. Αποτρέπουν την δυναμικότητα της αγοράς, αποτρέπουν την εξέλιξη, αποτρέπουν τον αναταγωνισμό και εξασφαλίζουν την σταθερότητα και την ακινησία. Την δημιουργία στρατιών από αναλώσιμους που τους δημιουργείται η πεποίθηση ότι είναι χρήσιμοι για να μην διεκδικουν κατι παραπάνω. Ολα αυτά βέβαια με την επιφύλαξη οτι προφανώς η αγορά εργασίας είναι ατελέστατη εξ ορισμού. Η προσφορά πάντα θα υπολείπεται της ζήτησης. Συνεπώς δεν μπορεί παρα να οργανώνεται με αυτό το δεδομένο και να υπαρχουν κανόνες και προφανώς αποτελεσματικοί κανόνες, που θα εξομαλύνουν αυτή την εξώφθαλμη ανεπάρκεια.
Εδω τίθεται το ζήτημα της παιδείας. Θέλουμε καλή παιδεία αλλά δεν θελουμε οτιδήποτε από όλα αυτά που είναι αναγκαία για να έχουμε καλή παιδεία. Θέλουμε να αναπαράγουμε στρατιές εκπαιδευτικά απαίδευτων αποφοίτων που δίκην γραμμής παραγωγής και να τους εξασφαλίζουμε αντιμισθία και πρόσβαση στην παραπαιδεία. Δεν θέλουμε αξιολόγηση, και κρίση και αλλαγή εκπαιδευτικής δομής και επενδυση σε εξοπλισμό και πρόσβαση σε διαφορετικές πηγές, και σχεδιασμό μακροπρόθεσμο. Θέλουμε δημοσιοϋπαλληλικά πανεπιστήμια, με έμφαση στην κληρονομική διαδοχή, στην έλλειψη πραγματικής κρίσης, κλειστα οργανωμένα συστήματα διαπροσωπικών σχέσεων και μικροσυμφερόντων, με την ανοησία των μονοδιάστατων συγγραμάτων των καθηγητών, χωρίς πρόσβαση σε υποδομές, χωρίς απαιτήσεις αλλά μόνο δικαιώματα και κυρίως με άφθονη πρόσβαση σε πόρους για έρευνα χωρίς ερευνητικά αποτελέσματα. Δεν θέλουμε δήθεν ιδιωτική ανώτατη παιδεία και αντί αυτού, προτιμάμε να αναπτύσσεται ταχύτατα και ανεξέλεγκτα ένας παράτυπος, κερδοφόρος αλλά χείριστης ποιότητας ιδιωτικος τομέας που παρέχει ανεπαρκείς γνώσεις και ανεπαρκή πτυχία παριστάνοντας οτι είναι Πανεπιστήμιο. Καμμία αρμόδια αρχή και κανένα πολιτικός αντιδρά σε μορφώματα που κουβαλάν ψήφους και ισχύ. Ποια ηγεσία θα δεχθεί να πεί ευθέως οτι θελουμε και καλή δημόσια και καλή ιδιωτική παιδεία; Το πρώτο είναι αναγκαίος πυλώνας ενός δημοκρατικού κράτους που επιθυμεί να υπάρχει ισότητα ευκαιριών με την συνταγματική έννοια και κοινωνική κινητικότητα. Το δεύτερο γιατί η επένδυση στην εκπαίδευση ποτέ δεν υπήρξε πρόβλημα ήδη από την εποχή των σοφιστών και των φιλοσόφων.
Εχουμε ανάγκη από πολιτικές ηγεσίες που θα μας πούν την αλήθεια. Αυτό περιμένουμε και από τις εκλογές της 20.9.2015. Που δεν θα κρυφθούν και δεν θα μείνουν στα λόγια. Που δεν θα επιχειρησουν να μας εξαγοράσουν αλλά θα μας πείσουν. Πρωτίστως, ηγεσίες που θα δεχθούν να επιχειρήσουν να ανατρέψουν συνήθειες ετών και πολιτικά ταμπού που κατατρέχουν την Ελλάδα από γεννέσεως της. Υπάρχουν τέτοιες ηγεσίες; Μπορούν αυτές οι ίδιες ηγεσίες που είτε παθητικά αποδεχόντουσαν ή ουσιστικά συμμετείχαν στην διαδικασία που μας έφερε εδώ να αποτελέσουν την δύναμη που θα μας βγάλει από εδώ. Η κρίση και η εξωτερική πίεση αποτελούν την δικαιολογία για πολλές αλλαγές που οι ίδιοι σημερινοί πολιτικοί δεν θα μπορούσαν να φαντασθούν οτι υιοθετούν, πολύ δε περισσότερο, να κάνουν μόνοι τους, λίγα χρόνια πριν. Τώρα εχουν δικαιολογία να “στεχωρήσουν” και ευκαιρία να διορθώσουν. Το ζήτημα όμως δεν είναι η καλή ή κακή πρόθεση ή ακόμα και το μισκροσυμφέρον του κάθε πολιτικού. Το ζήτημα είναι να αλλάξει το περιβάλλον και οι απαιτήσεις. Να ξεφύγουμε από τα θέσφατα που μας οδήγησαν εδώ, να ανατρέψουμε δεδομένα, να φανεί οτι η πραγματική αιτία είναι αυτό που ακόμα και σήμερα κάποιοι θέλουν να προσφέρουν ως γιατρειά. Να δημιουργηθεί το περιβάλλον που θα αναγκάσει ή θα επιτρέψει στις ηγεσίες να λειτουργήσουν διαφορετικά, θα αναδείξει ηγεσίες ικανές και θα καταστρέψει τους παραμορφωτικούς φακούς μέσα από τους οποίους βλέπουμε όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο.